Μοναξιά (5)
Ήρθε και πάλι
απόψε η ώρα, την καρτερούσα,
Που απλώνονται
ίσκιοι στη κάμαρα μου,
Με βρήκε
καθισμένο στη ψάθινη καρέκλα
Μπροστά απ’ το
τραπέζι το παλιό,
Ένα πιάτο κι ένα
ποτήρι με κόκκινο κρασί γλυκό
Και στη μέση ένα
κερί ν’ αχνοφέγγει
Η πόρτα πάντα
ανοικτή, κανείς όμως δεν μπαίνει
Μόνο σκόρπιοι ψιθύροι
απ’ τον κήπο,
Το ξέρω δεν είναι
άνθρωποι, κουβέντες είναι
Μεταξύ των
λουλουδιών, και γέλιο
Σάπιων, νεκρών
ψυχών.