Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Συναντηθήκαμε  τυχαία σ’ ένα νυχτερινό χορό,
ήταν αναμαλλιασμένη, ωχρή, χωρίς ηλικία
και στριφογύριζε χαμένη μέσα στο πλήθος
μ’ αδιάκοπη κίνηση σαν ατελείωτος καταρράκτης         

Έμοιαζε  αιθέρια κι είχε μαρμάρινο βλέμμα ,
άπλωσα τα χέρια μου να τη προφτάσω
αλλά  ξεγλυστρούσε σαν άμμος
και γέμιζαν λουλούδια με μαύρο ανθό

Συνεπαρμένος απ’ τη φλόγα της κι απ’ την έκσταση
χοροπηδούσα και  γρύλλιζα σαν να ζευγάρωνα με ξωτικό,
με κοίταξε κι  άρχισε να κλαίει

σαν ελαφίνα που βρίσκεται σε οργασμό.
Βουλιάζω μέσα σε δυο δικές σου λέξεις,
Μικραίνω κι εξαφανίζομαι σε μια άτακτη πληρότητα
Η ψυχή μου περιπλανιέται ψαχουλεύοντας
Γυμνή έξω από το σώμα
Κυλώ στο κενό με θανάσιμη αδράνεια
Καίγομαι κι αρχίζω να ζω ανεξάντλητα
Ακολουθώ ένα φως άσβεστο

Ίδιο με τις δικές σου λέξεις, ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ.

Σάββατο 30 Μαΐου 2015

Δεν είναι που το φεγγάρι απόψε είναι ωχρό, και μελαγχολώ
είναι γιατί  χαϊδεύω το  μισό απ’ το κρεβάτι μου, κι είναι αδειανό.
Δεν είναι γιατί η νύχτα είναι σκοτεινή και με τρομάζει
είναι που μοιάζει με το χρώμα των θηλών σου, και σ αποθυμώ.
Δεν είναι η βροχή που με γεμίζει θλίψη
είναι γιατί μοιάζει με τον ιδρώτα που κεντά τις ρόγες σου
και κυλά ανάμεσα στην άβυσσο των κρυσταλλένιων σου βυζιών.
Δεν είναι η αψάδα του χώματος που με τρελαίνει
είναι που η μυρωδιά σου που πλανιέται στην κάμαρα μου.
Δεν είναι που  ο αέρας  φυσά υγρός και με πονά
είναι η υγρασία ανάμεσα στα πόδια σου
που με κερνά με σύνδρομο στερητικό.


Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή « Νυκτερινές εφιδρώσεις»

Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Κι αυτό το σάπιο εβένινο συρτάρι,
πως μου πονά το κεφάλι!
γεμάτο ίσκιους  που με προσπέρασαν
απ’  όσους αγαπάω  π’  ο χρόνος μας χώρισε,
απόκαμα, μονάχος  τώρα περπατάω.
Τρίζει σαν τ’  ανοίγω,
πως τα κατάφερες; θαρρώ πως με ρωτάει.
Στην μαύρη κορνίζα δίπλα μου
μια φωτογραφία μου κοιτάζω,
μα είναι τα μάτια μου θολά,
όμορφη κάποτε θα ‘τανε

πριν τη βάλουνε σε τάφο.

Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

Μάταια έμεινα ξύπνιος  όλη  τη νύκτα,
τίποτα δεν συνέβηκε κι η ώρα κύλησε
χωρίς κανείς να μου κτυπήσει τη πόρτα,
μόνο ο αέρας λίγο πριν ξημερώσει βρόντηξε τα σάπια παράθυρα,
δεν μπόρεσα όμως να αναγνωρίσω κάτι, μόνο σκοτάδι και σιωπή,
δεν είχα τίποτε πλέον να υπερασπιστώ,
λούφαξα στη γωνιά μου και έκλεισα τα μάτια
δεν μπόρεσα όμως ούτε και να ονειρευτώ,
λίγο πριν φέξει το φως, ζωγράφισα με αίμα την απουσία,
έγειρα το κεφάλι και μαύρα  πουλιά
φώλιασαν στις άδειες κόγχες των ματιών μου.

Τετάρτη 6 Μαΐου 2015

Γράμμα …..

Αγαπημένη μου. Η απουσία σου με γεμίζει απέραντη θλίψη και πόνο, που μόνο η σκέψη σου μπορεί να απαλύνει. Από τότε που σε συνάντησα  ρέω  προς το μέρος σου αργά και  σταθερά. Θαυμάζω το χαμόγελο σου, λατρεύω τα δάκρια σου, προσκυνώ κάθε κύτταρο του κορμιού σου,  μα περισσότερο αγαπώ την ψυχή σου.  Αγαπημένη μου,  το αίμα είσαι που μέσα μου κυλά, ο αέρας είσαι π’ αναπνέω, μην σταματήσεις ποτέ να μ’ αγαπάς, γιατί θα σβήσω. Ευλογημένος είμαι που υπήρξα, έστω και για μια στιγμή, στη ζωή σου.