Απόψε θα ‘ρθεις
απόψε που δεν πνέει έξω καμιά ανάσα
σε προσμένω, δεν γίνεται θα ‘ρθεις,
θα ξεπροβάλεις μέσα από τα δάση,
θα φανείς στην άκρη του φιδίσιου δρόμου,
απόψε το ξέρω, θα ‘ρθεις,
αφού σε ποθεί η
ψυχή μου,
και θα μυρίζεις δυόσμο και βροχή,
σου ‘χω στρωμένο το κρεβάτι
απλώνω στο πάτωμα χαλί
και στο τραπέζι σου ‘χω ζεσταμένο
ψωμί και κόκκινο κρασί,
τι κι αν νύχτωσε και δεν φάνηκες εσύ,
εγώ ακόμα σε προσμένω
κι αρχίνησα να σου μιλώ
τόσο πολύ σε αποθύμησα
π’ ακούω τα βήματα σου
και νοιώθω στα
χείλη μου
γλυκόπικρο φιλί.