Ο χρόνος δεν με
λογάριασε,
με μάσησε και μ’
έφτυσε
κι έφθασα στο
τέρμα δίχως να το καταλάβω
μέσα σε μια μόνο νύχτα
οι αναμνήσεις πιο
πολλές από τα όνειρα μου
που δεν πρόλαβα
και τ’ άφησα πίσω
φυλαγμένα μέσα σε
ένα συρτάρι
όσα κι αν γίνουν,
όσα ακόμα δεν έγιναν
να θυμάσαι , δεν
θα σταματήσω ποτέ να σ’ αγαπώ
σ’ αισθάνομαι να
στέκεις εκεί, αόρατη,
να με
παρακολουθείς σαν φτιάχνω
τις βαλίτσες για
τον επόμενο σταθμό,
δεν σ’ αποχαιρετώ
γιατί βιάζομαι, όμως θα σε περιμένω
να έρχεσαι, τα
απογεύματα και τις Κυριακές.