Ώρα Μηδέν
Τα πάντα νεκρά,
τα πάντα άβυσσος,
ασύνορη κακία
τώρα πλανάται στον κόσμο.
Κόκκινη βάφεται
απ’ το αίμα η βροχή,
η κραυγή της
αθωότητας πνίγεται, χάνεται,
το παιδί δεν
μπορεί ν’ ακούσει πια τη Μάνα.
Οι καλοί δίχως ελπίδα καμιά,
ενώ οι κακοί ηδονίζονται
από την ένταση του πάθους
και τη μυρωδιά της
νεκρής σάρκας.
Σκιές ορνέων
έχουν σκεπάσει τον ήλιο
έχουν σώμα
ανθρώπου κι άδειο βλέμμα,
σαλεύουν με
γρήγορες φτερούγες
και φέρνουν πάλι
το σκοτάδι,
κι ας λένε πως
πριν δυο χιλιάδες χρόνια
γεννήθηκε το Αιώνιο Φως.