Εμείς!!
Πόθοι λευκοί σαν κρίνοι, σταλάζουν άλικο αίμα,
και κάνουν της καρδιάς τα πέταλα ν’ ανοίγουν,
Ξεχνώ καθώς βυθίζομαι μέσα στα μάτια σου, ποιος είμαι
Και όταν μου λες πως μ’ αγαπάς,
ανοίγει ο ουρανός,
και το φεγγάρι αμολά τα χρυσά του
τα μαλλιά,
κυλούν από ψηλά λιωμένο ασήμι οι Αγγέλοι
και τα σκοτάδια σκορπίζουν, φωτίζουν και καίγουν κάθε
δισταγμό
Ταξιδεύω, αναζητώντας πάνω στη γυμνή σου σάρκα μια ρωγμή,
Στον κρυμμένο σου κήπο με τα χρυσάνθεμα να μπω,
και με πυρούμενο δαυλό, να πυρπολήσω τα όνειρα σου
σαν κινούμενες φλόγες ανοίγουμε δρόμο προς τον ουρανό
αν και καλά ξέρουμε κι δυο, ότι ο έρωτας και η αγάπη
με το χρόνο, θηρία γίνονται, ξεσχίζουν και ματώνουν
Καθώς οι ανάσες μας μπλέκονται ερωτικά
τρυγώ του ιδρώτα σου σταγόνες, που σαν ρουμπίνια
κεντήσαν το κορμί σου, το ξέρω καλά, πως
μια σταγόνα του , ειν’ αρκετή
ξόρκι να γενεί, της μαύρης μοναξιάς μου
Αγαπημένη μου, άσε με, ν’ ανασαίνω εγώ για σένα,
να γίνω το στρώμα σου, το σεντόνι και το μαξιλάρι σου,
να γεύομαι τη σάρκα σου, το τρυφερό το άγγιγμα σου
νάμαι σιμά σου την ώρα που το χάραμα,
θ’ ακουμπά τον ήλιο στον μαλλιά σου
Και όταν νυσταγμένα, καλημέρα, στο αέρα θ’ αμολάς
θα σμίγει τότε αρμονικά, με κάθε ήχο απ’ το απαλό κορμί σου,
αμίλητος εγώ, σε μια γωνιά, γλυκά θ’ ανατριχιάζω,
τι μελωδία Θεϊκή! Κοινός θνητός δεν θα λογιέμαι πια,
αλλά, ακροατής των αηδονιών.
Έγινε ροζ και γλυκό στα χείλη το τσιγάρο
Φουσκωμένα, καυτά κύματα του νου ορμούν
αδίστακτα, και δυο λέξεις αλύπητα σφαγιάζουν,
Εσύ, εγώ, θρύψαλα γίνονται, κομμάτια και εξαφανίζονται
Και στη θέση τους φυτρώνει, ένας γλυκύτατος ανθός,
Θα το ονομάσω....Εμείς!