Φίλε
Σου στέλνω ένα γεια, είμαι καλά αγαπημένε φίλε,
αλλά πως να ταξιδέψουν οι λέξεις μου, τώρα που άνεμος δεν
φυσά;
όμως το ξέρω, μόνο εσύ μπορείς, σίγουρα θα τις ακούσεις,
όπως παλιά, έτσι και τώρα, ακούς το περπάτημα της βροχής
και μαντεύεις τις
καταιγίδες που μ’ έχουν ζώσει
Ποτέ δεν είχα κάτι τόσο δικό μου,
αλήθεια με αλήθεια., αγάπη με αγάπη
ακόμα και τις ξεχασμένες πληγές μου,
που όμως δεν σταμάτησαν ποτέ να αιμορραγούν
και το μυστικό που διαλύει τα σπασμένα μου στήθια
εσύ μπορούσες με τη καρδιά σου να τις νοιώσεις
Όταν με χαιρέκακο γέλιο, που έκρυβαν μέσα στις κόγχες των
ματιών,
μου έκρυβαν τον ήλιο και έτρωγαν τη σάπια μου σάρκα,
κι όταν ακόμα τις πληγές μου άλειφαν με ξύδι,
από μια ματωμένη ρωγμή στη μέση του ματιού σου
έσταζες αγιασμό, σαν δάκρυ μάνας που δεν στέγνωσε ποτέ
και μου ‘λεγες, μη φοβάσαι, μπόρα είναι θα περάσει,
έχω ουρανό και για τους δυο, μήτρα είμαι για σένα που
ξημερώνει φως,
εγώ είμαι εδώ, μη φοβάσαι φίλε κι αδελφέ.