Κι όμως εσύ αγαπημένη
μου
κάθε μέρα
λούζεσαι, κτενίζεσαι
και μου δίνεσαι σαν όστια
βουτηγμένη σ’
απόσταγμα παπαρούνας
Βασανιστικά σε
γεύομαι
ηδονικά, νωχελικά, αργά
σαν θάνατος γεμίζεις τα σπλάχνα μου,
κι ένα δίχτυ βαρύ
με αγκαλιάζει
μια πρωτόγνωρη
γλυκιά ακινησία
λύνονται τα
κόκαλα μου
κλείνουν τα μάτια
μου από μια νύστα ασύνορη
κι εγώ εξακολουθώ
να σ’ αποζητώ ακόμα περισσότερο