Πόθος
Σε
παρακολουθούσα, φανερά αποκομμένη,
βυθισμένη ήσουν σ’
ένα κόσμο δικό σου
και κάθε λίγο
άλλαζες καρέκλα,
τα μάτια σου το
μαρτυρούσαν καθώς έκλειναν ηδονικά
πως σε μια
αγκαλιά φανταζόσουν πως ακουμπούσες
άκουσες το
κάλεσμα της βροχής, πέταξες τα ρούχα
κι αφέθηκες στα χάδια
της με πρωτόγνωρη λαγνεία,
ξάπλωσες στη
λάσπη και κτυπιόσουν
και κάθε τόσο σου
ξέφευγαν φθόγγοι και λαρυγγισμοί
στροβιλιζόσουν
μαρτυρικά, σαν ναρκωμένη,
βουλιαγμένη σ’ ένα πυρωτικό κι ερωτικό παροξυσμό
κι οι κινήσεις
σου φανέρωναν ένα ανικανοποίητο
αρχέγονο και ζωικό ερωτισμό.