Η απουσία
Νύχτωσε. κι έτσι κουλουριασμένος στη γωνιά της κάμαρας μου
κάνω παρέα με τις απουσίες μου κι αγκαλιάζω τη μοναξιά,
κι ο θάνατος πάντα εδώ, ακοίμητος, θορυβώδης μέσα στη σιωπή
του
κι αυτό το βαρύ συναίσθημα ότι αμέλησα το καθήκον μου,
κάτι έχω ξεχάσει κι ίσως δεν προλαβαίνω να κάνω
και το αίμα μου δεν ηρεμεί, κι αυτές οι λέξεις,
αχ! αυτές οι λέξεις που αργοσαλεύουν κοιμισμένες και αιωρούνται
μέσα στο δωμάτιο μου κι είναι γεμάτες ανυπόφορη αναμονή
τι να θέλουν άραγε να μου πουν; έλα όμως που φοβούμαι να τις
ξυπνήσω,
τις βλέπω να κινούνται κυκλικά με χάρη, και ν’ αποθέτουν
κύκλους
τον ένα πάνω στον άλλο με ακρίβεια, σχηματίζοντας ένα πέρασμα με φως,
αναρωτιέμαι που να οδηγεί, κι αυτός ο ανεπαίσθητος θόρυβος που κάνουν είναι θλιβερός,
σαν τον ματωμένο άνεμο που ξετρυπώνει μέσα από αγκάθια ξερά,
ναι αυτό θα κάνω, θα προσποιηθώ ότι δεν τις βλέπω, δεν τις ακούω
ή ακόμα καλύτερα θα προσποιηθώ τον θάνατο μου.