Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014


Η γυναίκα π’ αγαπώ

 
Τα φρύδια της γυναίκας π’ αγαπώ είναι σαν γέφυρες καμαρωτές

που τις περπατάω στ’ απογεύματα μου τα μοναχικά

Τα μάτια της είναι σαν λίμνες που στις όχθες τους κάθομαι

κι ακούω ήχους  να σβήνουν σαν φλοίσβος μαγικός

Οι ώμοι της είναι από μάρμαρο λευκό και πάνω τους

σβήνουν σαν καταρράκτες τα μαλλιά της τα σγουρά

Ο λαιμός της είναι λεωφόρος καμωμένος από λευκό κοράλλι

χίλιες νύχτες τον ανεβοκατεβαίνω με πόθο ερωτικό
 

Τα στήθη της γυναίκας π’ αγαπώ είναι σαν κάμπος με στάχυ χρυσό

π’ ολονυχτίς το θερίζω και μου χαρίζει της ζωής πολύτιμο καρπό

Οι ρώγες της είναι σαν κρήνες που στάζουν αγιασμό

αχόρταγος πίνω και δροσίζω τον πόθο μου τον πυρωτικό

Η κοιλιά της είναι σαν δάσος απλωμένο σε άσπρη αμμουδιά

γεμάτο κρυφές σπηλιές που από μέσα τους αχνίζουν φωτιές ερωτικές

Τα πόδια της είναι από μάρμαρο, κολώνες τορνευτές,

δείχνουν το δρόμο προς το λιμάνι της που είναι σαν θόλος τ’ ουρανού
 

Η γυναίκα π ΄αγαπώ έχει στα μάτια της φωτιές

κι όταν με κοιτά η ψυχή μου σαν περιστέρι φτεροκοπά

Η αναπνοή της είναι σαν δροσιά σε φύλλα γιασεμιού

και τα στήθια μου γεμίζω παίρνοντας απ’ αυτή πνοή

Με ποτίζει νέκταρ με τα λόγια της και μου δίνει δύναμη να ζω

στο στέρνο μου όταν γέρνει γίνομαι θεός.